Σήμερα, για ακόμα μία φορά, συνάντησα τυχαία έναν άνθρωπο στο κέντρο της πόλης. Για ακόμα μια φορά μου κέντρισε το ενδιαφέρον. Έμεινα για λίγο ακίνητος και τον παρατηρούσα από απόσταση. Ο τρόπος που καθόταν στο πεζούλι, η στάση του σώματός του, ο τρόπος που κοιτούσε γύρω του, το ντύσιμό του.. όλα είχαν κάτι παράξενο πάνω τους. Φορούσε όσες φορές τον είδα, μαύρο παντελόνι, μαύρη μπλούζα ως το μπράτσο και κόκκινες τιράντες. Μεγάλος σε ηλικία, το βήμα του αργό, μα σταθερό και αποφασιστικό. Το πρόσωπό του, πίνακας, πάνω στον οποίο εύκολα διέκρινες με κάθε λεπτομέρεια όλες εκείνες τις ιστορίες, που έχουμε ακούσει για πολέμους, κακουχίες και πόνο. Αλλά η φιγούρα του έμοιαζε αρχοντική, μυστήρια. Αν τον συνάντησα πέντε - έξι φορές, πότε δεν τον πέτυχα στο ίδιο σημείο. Θα περίμενε κανείς, ένας τέτοιος άνθρωπος, που η ως τώρα περιγραφή μου τον θέλει κάτι σαν αργόσχολο ηλικιωμένο να ταΐζει τα περιστέρια, να συχνάζει σε ένα συγκεκριμένο σημείο, το οποίο να τον χαρακτηρίζει και να τον γεμίζει ψυχικά. Αυτός, λοιπόν, δεν είχε στέκι και σίγουρα δεν σκότωνε άσκοπα τον χρόνο του.
Ρώτησα για αυτόν μια παρέα νέων, που προηγουμένως καθόντουσαν μαζί του και συζητούσαν. Ήμουν τόσο περίεργος να μάθω τί είναι αυτή η μυστηριώδης φιγούρα που χαράχτηκε στο μυαλό μου. Έτσι, τους πλησίασα αποφασισμένος και τους ζήτησα ευγενικά να μου δώσουν πληροφορίες για τον άνθρωπο ετούτο. Ήταν, ευτυχώς, πρόθυμα παιδιά και γρήγορα πιάσαμε κουβέντα. Δεν τον ήξεραν. Είχαν όμως ακούσει ιστορίες γι΄αυτόν και ήθελαν να τον γνωρίσουν. Εκείνη τη στιγμή, το ενδιαφέρον μου για την ταυτότητα του άγνωστου ηλικιωμένου έγινε εντονότερη. Μου επιβεβαίωσαν πως η ενδυμασία του παρέμενε όλο τον χρόνο έτσι, με μόνη εξαίρεση τις κρύες μέρες, που φορούσε ένα σκισμένο παλιό δερμάτινο.
Τον φώναζαν "καπετάνιο". Το πραγματικό του όνομα δεν το ήξερε κανείς. Λέγεται πως ζει τα τελευταία χρόνια περιπλανώμενος έξω. Πως έχει δικό του σπίτι, αλλά επιλέγει (όταν ο καιρός του το επιτρέπει) να κοιμάται σε αυτοσχέδια καταφύγια και παράγκες λίγο έξω από την πόλη. Εκεί που εδρεύει η ησυχία. Μακριά από τον ρυπογόνο θόρυβο και τις νυχτερινές κραιπάλες των νέων. Όταν συζητάει με τους ανθρώπους, όλοι κρέμονται από τα χείλη του. Πύρινος ο λόγος του, καταπέλτης η έκφρασή του. Απλός και πλήρως κατανοητός. Χαρακτηριστικά, που σίγουρα γοητεύουν τον συνομιλητή.
Συνοψίζοντας αυτά που άκουσα από την παρέα, εντύπωση μου προξένησε η δράση του ανθρώπου σε καθημερινή βάση. Από το πρωί μέχρι να βραδιάσει, βρίσκεται σε διαφορετικά σημεία κάθε μέρα, πάντα περιτριγυρισμνένος από ζώα, με τα οποία ασχολείται με στοργή και μάλλον επικοινωνεί (με τον τρόπο του) μαζί τους. Την επικοινωνία αυτή, την διακόπτουν πάντα άνθρωποι μεγάλοι και μικροί, που κάτι έχουν ακούσει γι΄αυτόν και ενδιαφέρονται να συνομιλήσουν μαζί του. Θέλουν να ακούσουν τις ιστορίες και τα βιώματα του ηλικιωμένου, που απ΄ ό,τι φαίνεται δεν είναι λίγα. Τα περισσότερα, βέβαια, σχετίζονται με την θάλασσα, την οποία φαίνεται να ξέρει καλά. Πλήθος παρομοιώσεων και αλληγοριών βασίζονται σ΄αυτήν. Κι όσα λέει, δεν είναι καυχήματα και μεγάλα λόγια για τον εαυτό του. Παρά μόνον ιστορίες, σκέψεις και ιδέες, που μετατρέπονται σε διδάγματα στους ανθρώπους που μπορούν να αποκρυπτογραφήσουν τα λεγόμενά του. Σε αυτούς τους ανθρώπους μάλλον απευθύνεται ο Καπετάνιος. Και ιδιαίτερα στους νέους, γιατί αυτοί κατά κύριο λόγο μπορούν να υλοποιήσουν τις ιδέες και να κάνουν ένα βήμα παραπάνω, καθώς από τη φύση τους είναι εν δυνάμει κατακτητές ενός νέου, καλύτερου κόσμου.
Ίσως ο παράξενος ηλικιωμένος με τις τιράντες αυτό αναζητεί κάθε μέρα. Τον άνθρωπο ή τους ανθρώπους, στους οποίους θα παραδώσει το κλειδί για να ανοίξουν οι ίδιοι την πόρτα του νέου αυτού κόσμου. Ίσως το κλειδί το έχει ήδη δώσει ή το δίνει κάθε μέρα σε κάποιους. Χωρίς όμως, να το γνωρίζει κανείς. Ίσως πάλι, να μην μπορεί κανείς να βρει την πόρτα.
Πολύ πιθανόν πάντως, ο ίδιος ο "καπετάνιος" να έχει βρει προ πολλού την δικιά του πόρτα και να έχει αλλάξει τον δικό του κόσμο. Ποιός ξέρει; Μπορεί να μαγεύτηκε και γι΄αυτό να προσπαθεί να μεταδώσει αυτό το σημαντικό του βίωμα και σε άλλους άγνωστους συνανθρώπους.
Σίγουρα τώρα βιάζομαι κι εγώ να τον συναντήσω κάπου τυχαία. Να ακούσω αυτά που θα μου πει. Είναι περιέργεια; Είναι ενδιαφέρον; Δεν ξέρω! Πάντως από αύριο κιόλας ξεκινάει η αναζήτησή μου για τον άγνωστο ηλικιωμένο με τις τιράντες. Είμαι κι εγώ νέος και ο κόσμος στον οποίο ζω, μόνο ανατριχίλα μου προξενεί. Γιατί να μην αναζητήσω την κιβωτό των ονείρων μου; Δύσκολο να με βρει αυτή. Γι΄αυτό θα ψάξω καθετί, που μπορεί να μου δείξει το σωστό μονοπάτι και θα με οπλίσει με τον καταπέλτη των γνώσεων και θα γεμίσει τη φαρέτρα μου με ιδέες, που θα με κάνουν ικανό να φέρω εις πέρας την αποστολή.
Θεοδωρίδης Ηλίας
25.4.2014


Μήπως είναι σχιζοφρενής?
ΑπάντησηΔιαγραφή